περισώζω

περισώζω
περιέσωσα, περισώθηκα, περισω(σ)μένος, σώζω κάτι από μεγάλη καταστροφή, διατηρώ σώο μέρος από ένα σύνολο που καταστράφηκε: Λίγα μόνο σπίτια περισώθηκαν από τον τρομερό σεισμό.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • περισώζω — περισώζω, περιέσωσα βλ. πίν. 3 και πρβλ. περισώνω …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • περισώζω — ΝΜΑ και περισώνω Ν διασώζω κάποιον ή κάτι ανάμεσα στους άλλους ή άλλα που χάθηκαν (α. «λίγα πράγματα κατόρθωσε να περισώσει από την πυρκαγιά» β. «όσους περιέσωσαν τα ναυαγοσωστικά τους μετέφεραν στην ξηρά» γ. «τῶν ἐκ τῆς μάχης περισωθέντων», Δίων …   Dictionary of Greek

  • περισῴζετε — περισώζω save alive pres imperat act 2nd pl περισώζω save alive pres ind act 2nd pl περισώζω save alive imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισῴζῃ — περισώζω save alive pres subj mp 2nd sg περισώζω save alive pres ind mp 2nd sg περισώζω save alive pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισώζῃ — περισώζω save alive pres subj mp 2nd sg περισώζω save alive pres ind mp 2nd sg περισώζω save alive pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισώσει — περισώζω save alive aor subj act 3rd sg (epic) περισώζω save alive fut ind mid 2nd sg περισώζω save alive fut ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισώσουσι — περισώζω save alive aor subj act 3rd pl (epic) περισώζω save alive fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) περισώζω save alive fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισώσω — περισώζω save alive aor subj act 1st sg περισώζω save alive fut ind act 1st sg περισώζω save alive aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισώσῃ — περισώζω save alive aor subj mid 2nd sg περισώζω save alive aor subj act 3rd sg περισώζω save alive fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισεσωκότα — περισώζω save alive perf part act neut nom/voc/acc pl περισώζω save alive perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”